Ungersk-Grekisk ordbok »

pí betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
értékpar

εγγύηση◼◼◻

χρεόγραφο◼◼◻

αξιόγραφο

újbóli beteletés

επανεισαγωγή

újjáétés

ανασυγκρότηση◼◼◼

ανοικοδόμηση◼◼◻

αποκατάσταση◼◼◻

ανακατασκευή◼◼◻

ανάπλαση◼◻◻

επιδιόρθωση◼◻◻

újrahasznosítható anyaggal való étkezés

κατασκευές (δόμηση) με ανακυκλωμένα υλικά

újrahasznosított par

ανακυκλωμένο χαρτί◼◼◼

ületőszer

κροκιδωτικό (μέσο)

456

Sökhistorik