Ungersk-Grekisk ordbok »

ott betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
adott

χορηγηθέν◼◻◻

παρασχεθέν

adottság

βάση◼◼◼

δώρο

ταλέντο

χάρισμα

albizottság

υποεπιτροπή◼◼◼

alkalmazott

υπάλληλος◼◼◼

χρησιμοποιούμενος◼◻◻

εφαρμοσμένος

προσαρμοσμένος

εργοδοτούμενος

alkalmazott kutatás

εφαρμοσμένη έρευνα◼◼◼

alkalmazott ökológia

εφαρμοσμένη οικολογία

alkalmazott táplálkozási mód

εφαρμοσμένη διαιτητική

alkalmazott tudomány

εφαρμοσμένες επιστήμες◼◼◼

állott

μπαγιάτικος

alulírott

υπογεγραμμένος (-η-ο)◼◼◼

amint, miközben, pedig, holott

ενώ

arra a következtetésre jutottam, hogy...

κατέληξα στο συμπέρασμα ότι...

átkozott

καταραμένος

καταραμένος (-η-ο)

ausztráliában születtem, de angliában nőttem fel

γεννήθηκα στην αυστραλία αλλά μεγάλωσα στην αγγλία

az adott esetben

στη συγκεκριμένη περίπτωση◼◼◼

az adott körülmények között

στις δεδομένες συνθήκες

az ajánlat jól hangzott

η πρόταση ακούστηκε καλή

az elnök által jóváhagyott

... που εγκρίθηκε από τον πρόεδρο

azelőtt

πριν◼◼◼

προτού◼◼◻

προηγουμένως◼◻◻

(korábban) πριν, (régebben) παλιά

azért jöttem hogy elvigyem ...

ήρθα να πάρω ...

bebizonyosodott az igazam

αποδείχτηκε το δίκιο μου

befőtt

διατήρηση/κονσερβοποίηση

κομπόστα

bennszülött

αυτόχθων

γηγενής

ιθαγενής

berozsdásodott

σκουριασμένος

beütöttem a lábamat

χτύπησα το πόδι μου / χτύπησα στο πόδι

123