Ungersk-Grekisk ordbok »

megfelelő betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
megfelelő

σύμφωνα με◼◼◼

βάσει◼◼◻

εφαρμογή◼◼◻

επαρκής◼◼◻

προσαρμογή◼◼◻

κατάλληλος◼◼◻

κρίση◼◻◻

σχετικός◼◻◻

ικανός◼◻◻

αντίστοιχος◼◻◻

συναφής◼◻◻

έτοιμος◼◻◻

αρκετός◼◻◻

υγιής◼◻◻

εύλογος◼◻◻

πιθανός◼◻◻

πιθανότατα◼◻◻

δίκαιος◼◻◻

θεμιτός◼◻◻

ανοιχτός

δέων

πρόσφορος

πρέπον

αξιοπρεπής

εκτύπωμα

επαρκώ

πρέπων

καθωσπρέπει

megfelelő képesítéssel rendelkezőt keresünk

χρειαζόμαστε κάποιον με προσόντα

megfelelően

δεόντως◼◼◼

σε σχέση με◼◼◼

σωστά◼◼◻

καταλλήλως◼◼◻

az előírásoknak megfelelően

σύμφωνα με τις προδιαγραφές