Ungerska | Grekiska |
---|---|
megfelelő | σύμφωνα με◼◼◼ βάσει◼◼◻ εφαρμογή◼◼◻ επαρκής◼◼◻ προσαρμογή◼◼◻ κατάλληλος◼◼◻ κρίση◼◻◻ σχετικός◼◻◻ ικανός◼◻◻ αντίστοιχος◼◻◻ συναφής◼◻◻ έτοιμος◼◻◻ αρκετός◼◻◻ υγιής◼◻◻ εύλογος◼◻◻ πιθανός◼◻◻ πιθανότατα◼◻◻ δίκαιος◼◻◻ θεμιτός◼◻◻ |
megfelelő képesítéssel rendelkezőt keresünk | |
megfelelően | δεόντως◼◼◼ σε σχέση με◼◼◼ σωστά◼◼◻ καταλλήλως◼◼◻ |
az előírásoknak megfelelően |