Ungersk-Grekisk ordbok »

lop betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
lop

κλέβω

κλέβω (-ψω)

ληστεύω

πετώ

lopás

κλοπή◼◼◼

η κλοπή◼◼◻

lopásgátló

αντικλεπτικό◼◼◼

lopótök

νεροκολόκυθο◼◼◼

a lopást büntetjük

οι κλέφτες θα τιμωρούνται

antilop

αντιλόπη (antilópi)◼◼◼

ciklopropán

κυκλοπροπάνιο◼◼◼

egy lopást szeretnék bejelenteni

θα ήθελα να αναγγείλω μια κλοπή

ellop

κλέβω

ellopták a laptopomat

μου κλέψανε το λάπτοπ

ellopták a tárcámat

μου κλέψανε το πορτοφόλι

ellopták a táskámat

μου κλέψανε την τσάντα

Enciklopédia

Εγκυκλοπαίδεια◼◼◼

enciklopédia

εγκυκλοπαίδεια (egkyklopaídeia)◼◼◼

gerincoszlop

σπονδυλική στήλη◼◼◼

Kolophóni Xenophanész

Ξενοφάνης

küklopsz

κύκλωπας

Küklopszok

Κύκλωπες

oszlop

στήλη◼◼◼

θέση◼◻◻

κολώνα◼◻◻

ορθοστάτης◼◻◻

κολόνα◼◻◻

στύλος◼◻◻

πυλώνας

κίονας

κίωνας

στυλοβάτης

oszlop

κιονόκρανο

Peloponészoszi háború

Πελοποννησιακός Πόλεμος

Pénelopé

Πηνελόπη