Ungersk-Grekisk ordbok »

látogat betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
látogat

επίσκεψη◼◼◼

επισκέπτομαι

látogatás

επίσκεψη◼◼◼

πρόσκληση◼◻◻

επισκέπτης

επισκέπτομαι

η επίσκεψη, (kórházban) το επισκεπτήριο

látogató

επισκέπτης◼◼◼

ο επισκέπτης (η επισκέπτρια)

látogatóban vagyunk

είμαστε σε επίσκεψη

látogatóim vannak

έχω επισκέψεις

különböző programokkal várjuk a látogatókat

τους επισκέπτες τους περιμένουμε με διάφορα προγράμματα, (eltérő) διαφορετικός (-ή-ό)

lakossági látogatottság

προσέλευση του κοινού

meglátogat

επίσκεψη◼◼◼

mi a látogatásának célja?

ποιός είναι ο σκοπός αυτής της επίσκεψης;

mikor van látogatás?

πότε έχει επισκεπτήριο;

rokonlátogatáson veszek részt

επισκέπτομαι συγγενείς