Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
διάβρωση▼◼◼◼
φθορά▼◼◻◻
διάβρωση/οξίδωση▼
αντιδιαβρωτικό (μέσο)/αναστολέας (ανασχετικό) διάβρωσης▼
↑