Ungersk-Grekisk ordbok »

kikerül betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
kikerül

παράκαμψη◼◼◼

elnézést (figyelemfelkeltésre, valaki kikerülésekor, vagy bocsánatkérésre használható)

με συγχωρείτε (χρησιμοποιείται για να τραβήξετε την προσοχή κάποιου, για να προσπεράσετε κάποιοιν, ή για να ζητήσετε συγγνώμη)

organizmusok kikerülése

αποδέσμευση (απελευθέρωση, έκλυση) οργανισμών