Ungersk-Grekisk ordbok »

keres betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
keresetlen

απλός

kereskedelem

το εμπόριο◼◼◼

ανταλλαγή◼◼◻

εμπορική δραστηριότητα◼◻◻

εμπορικός◼◻◻

επάγγελμα◼◻◻

επιτήδευμα

kereskedelem és fogyasztás

εμπορία και κατανάλωση

kereskedelmi

εμπορικός◼◼◼

διαφήμιση◼◼◻

εμπορευματικός

kereskedelmi forgalom

εμπορευματική κίνηση

kereskedelmi hajózás

εμπορική ναυτιλία

kereskedelmi halászat

επαγγελματική αλιεία

kereskedelmi jármű

όχημα επαγγελματικής (δημόσιας) χρήσης/Δ.Χ.

kereskedelmi szak

σπουδές business

kereskedelmi törvény

εμπορικό δίκαιο◼◼◼

kereskedelmi ügylet

εμπορική συναλλαγή◼◼◼

kereskedelmi zaj

θόρυβος από εμπορικές δραστηριότητες

kereskedés

ανταλλαγή◼◼◼

εμπόριο◼◼◼

εμπορικός◼◻◻

kereskedik

εμπόριο◼◼◼

ανταλλαγή◼◻◻

kereskedő

έμπορος◼◼◼

ο έμπορος◼◼◼

εμπορευόμενος◼◼◻

πωλητής◼◻◻

εμποροπλοίαρχος

kereslet

αίτημα◼◼◼

αίτηση◼◼◻

ερώτηση◼◻◻

αξίωση

απαιτώ

ζητάω

ζήτηση/απαίτηση/αξίωση

ικεσία

ψηλαφώ

kereslet-kínálat

προσφορά και ζήτηση

kereső

μηχανή αναζήτησης◼◼◼

123