Ungersk-Grekisk ordbok »

követel betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
követel

απαίτηση◼◼◼

ζήτηση◼◼◻

αξίωση◼◼◻

αίτημα◼◼◻

ισχυρισμός◼◻◻

αξιώνω

απαιτώ

απαιτώ (-ήσω)

ικεσία

követelmény

απαίτηση◼◼◼

αναγκαιότητα◼◻◻

αξίωση◼◻◻

προαπαιτούμενο◼◻◻

követelés

περιουσιακό στοιχείο◼◼◼

αίτημα◼◼◻

πίστωση◼◼◻

ενεργητικό◼◼◻

ισχυρισμός◼◼◻

διεκδίκηση◼◻◻

πιστωτικός◼◻◻

ζήτηση/απαίτηση/αξίωση

követelés, igény

απαίτηση (η, tsz. -εις)

alapvető élelmiszer követelmény

απαιτούμενες βασικές τροφές

előkövetelmény

προαπαιτούμενο◼◼◼

igény/kereslet/követelés

αξίωση

απαίτηση

ζήτηση

ζήτηση/απαίτηση/αξίωση

megkövetel

απαίτηση◼◼◼

ζήτηση◼◻◻

απαιτώ

tűzbiztonsági követelmény

προδιαγραφή πυρασφάλειας