Ungersk-Grekisk ordbok »

kés betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
kés

λεπίδα◼◼◼

μαχαίρι (machaíri)◼◼◼

μαχαίρι (το)◼◼◼

μαχαιρώνω

το μαχαίρι

késedelem

καθυστέρηση◼◼◼

kései

αργά◼◼◼

késik

καθυστέρηση◼◼◼

τελευταίος◼◻◻

αργώ

καθυστερώ (-ήσω), αργώ (-ήσω)

késlekedés

καθυστέρηση◼◼◼

késleltet

καθυστέρηση◼◼◼

késleltetés

καθυστέρηση◼◼◼

χρονοκαθυστέρηση◼◻◻

υστέρηση

kész

διατεθειμένος◼◼◼

έτοιμος◼◼◼

έτοιμος (-η-ο)◼◼◼

πρόθυμος◼◼◻

πλήρες◼◼◻

πλήρης◼◼◻

δάνειο◼◼◻

kész a vacsora

το δείπνο είναι έτοιμο

kész az ebéd

το μεσημεριανό είναι έτοιμο

kész vagy hazamenni?

είσαι έτοιμος / έτοιμη να πάμε σπίτι;

készakarva

επίτηδες

készek rendelni?

είσαστε έτοιμοι να παραγγείλετε;

készek tárgyalni?

προτίθονται να διαπραγματευτούνε;

készen

έτοιμος◼◼◼

készen van

είναι έτοιμος (-η-ο)

készenlét

επιφυλακή◼◼◼

αναμονή◼◼◼

ετοιμότητα◼◼◼

προετοιμασία◼◼◻

készlet

απόθεμα◼◼◼

σύνολο◼◼◼

ζώα◼◼◻

σετ◼◼◻

σχέση◼◼◻

12