Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
ψαράς με καλαμίδι▼
ερασιτεχνική αλιεία/ψάρεμα με καλάμι▼
καλάμι▼◼◼◼
ψαρεύω (-ψω)▼
πετονιά▼◼◼◼
αλιεία με παρασυρόμενο δίχτυ▼
↑