Ungersk-Grekisk ordbok »

határ betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
határ

σύνορα◼◼◼

όριο◼◼◼

πλαίσιο◼◼◻

μεθοριακός◼◻◻

υπόχρεος

οριακός

ανάχωμα

ανάχωμα/άκρο/παρυφή/μεθόριος

παρυφή

το όριο, (országé) τα σύνορα

(ország)határ

σύνορα (τα)◼◼◼

határfelület

διεπαφή◼◼◼

διεπιφάνεια◼◻◻

határidő

προθεσμία◼◼◼

η προθεσμία◼◼◼

διορία◼◻◻

εξάμηνο◼◻◻

τρίμηνο◼◻◻

θητεία

όρος

határidőn belül

εντός της προθεσμίας◼◼◼

határ

ορόσημο

határol

σύνορα◼◼◼

πλαίσιο◼◼◻

határos

σύνορα◼◼◼

πλαίσιο◼◼◻

határoz

διάταγμα◼◼◼

ψήφισμα◼◼◻

κρίνω◼◻◻

αποφασίζω

αποφασίζω (-σω)

határozat

απόφαση◼◼◼

η απόφαση◼◼◼

διάταγμα◼◻◻

επίλυση◼◻◻

διάσκεψη◼◻◻

ειδοποίηση◼◻◻

αποφασιστικότητα

σύσκεψη

határozatképesség

απαρτία◼◼◼

12