Ungersk-Grekisk ordbok »

folyó betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
Szent Lőrinc-folyó

Άγιος Λαυρέντιος (ποταμός)

szén cseppfolyósítása

υγροποίηση του άνθρακα

túlfolyó (kifolyó)

στόμιο (εξαγωγή) υπερχείλισης (υπερπλήρωσης)

át tudna utalni1000 fontot a folyószámlámról a letéti számlámra?

μπορείτε να μεταφέρετε 1000 λίρες από τον τρεχούμενο λογαριασμό μου στο λογαριασμό κατάθεσης;

12