Ungersk-Grekisk ordbok »

fogó betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
fogó

λαβίδες◼◼◼

λαβή◼◼◻

πένσες◼◼◻

λαβίδα◼◻◻

χειρολαβή◼◻◻

πένσα

τανάλια

χερούλι

fogócska

ετικέτα

κυνηγητό

fogólap

ταστιέρα

befogó

κάθετη πλευρά

κάθετος

csirkefogó

κακοποιός

cukorfogó

λαβίδες◼◼◼

edényfogó

γάντι φούρνου

egérfogó

ποντικοπαγίδα

φάκα

felfogómedence

δεξαμενή κατακράτησης

gépjármű kipufogógáz

αέριο εξάτμισης (καυσαέριο) αυτοκινήτου οχήματος

harapófogó

τανάλια

kipufogó berendezés

διάταξη εξάτμισης

kipufogócső

εξάτμιση◼◼◼

kipufogógáz

καυσαέριο/αέριο εξάτμισης

nyafogós

γκρινιάρης-α-ικο

átfogó

περιεκτικός◼◼◼

υποτείνουσα