Ungersk-Grekisk ordbok »

feltárás betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
feltárás

έρευνα/διερεύνηση/εξερεύνηση/αναζήτηση

ανασκαφή

εκσκαφή

όρυξη

feltárás (folyamat)

ανασκαφή

εκσκαφή

όρυξη

feltárás oldala

πλευρά εκσκαφής (ανασκαφής)

feltárási halom

σωρός εκσκαφής (ανασκαφής)

feltárási terület

χώρος εκσκαφής (ανασκαφής)