Ungersk-Grekisk ordbok »

felhasznál betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
felhasznál

χρήση◼◼◼

χρησιμοποίηση◼◼◻

χρησιμότητα◼◻◻

χρησιμοποιώ

felhasználatlan

αχρησιμοποίητος◼◼◼

felhasználható

χρησιμοποιήσιμος◼◼◼

felhasználható ...-ig

χρησιμοποιήστε μέχρι

felhasználás

χρήση◼◼◼

χρησιμοποίηση◼◼◻

εφαρμογή◼◼◻

αίτηση◼◼◻

πρόγραμμα◼◼◻

κατοχή◼◻◻

εργασία◼◻◻

απασχόληση◼◻◻

πρόσληψη◼◻◻

ιδιοκτησία◼◻◻

περιουσιακό στοιχείο◼◻◻

κυριότητα◼◻◻

χρησιμότητα

επίχριση

περιουσία

χρησιμοποιώ

felhasználó

χρήστης◼◼◼

καταναλωτής◼◻◻

felhasználóbarát

εύχρηστος◼◼◼

felhasználói felület

διεπαφή χρήστη◼◼◼

felhasználói név

όνομα χρήστη

felhasználónév

όνομα χρήστη◼◼◼

χρηστώνυμο

a föld felhasználása

χρήση γης

erőforrás felhasználás

χρήση πόρων◼◼◼

Grafikus felhasználói felület

Γραφικό Περιβάλλον Χρήστη

mi a felhasználói neved?

ποιό είναι το username σου;

tájfelhasználás

ανάλωση (κατοχή) του τοπίου

vegyesfelhasználású terület

περιοχή μικτής χρήσης

végfelhasználó

τελικός χρήστης◼◼◼