Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
διακοπή▼◼◼◼
εγκατάλειψη▼◼◼◻
εγκαταλειμμένος βιομηχανικός χώρος▼
εγκαταλελειμμένες βιομηχανικές εκτάσεις▼
↑