Ungersk-Grekisk ordbok »

faj betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
fájl

λίμα

λιμάρω

ρινίζω

fajlagos

ειδικός◼◼◼

συγκεκριμένος◼◻◻

fájlnév

όνομα αρχείου◼◼◼

fájnak az izületeim

οι αρθρώσεις μου πονάνε

fajsúly

ειδικό βάρος◼◼◼

ειδικός βάρος

fajta

είδος (το)◼◼◼

φυλή◼◼◻

στοιχείο◼◼◻

τύπος◼◼◻

σειρά◼◻◻

γένος◼◻◻

ταξινόμηση◼◻◻

διάταξη◼◻◻

τάξη◼◻◻

τρόπος◼◻◻

ράτσα◼◻◻

χαρακτήρες◼◻◻

γενεά

παραγγελία

fajtájú

περίπου◼◼◼

fajvédelem

προστασία των ειδών◼◼◼

a ... fáj

τα ... μου πονάνε

alfaj

υποείδος◼◼◼

állatfaj

ζώο/είδος/ζωικό είδος

állatfajok betelepítése

εισαγωγή ζωικού είδους

állatfajok újbóli betelepítése

επαναφορά ζωικού είδους

dokumentumfajta

τύπος εγγράφου

egzotikus fajok

ξενικό είδος

fejfájás

κεφαλαλγία◼◼◼

πονοκέφαλος (ο)◼◻◻

ο πονοκέφαλος◼◻◻

fejfájás ellen?

έχεις κανένα φάρμακο για πονοκέφαλο;

fejfájásaim vannak

έχω πονοκεφάλους

fogfájás

οδονταλγία

πονόδοντος

fülfájás

πόνος στο αυτί

123