Ungersk-Grekisk ordbok »

fémek betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
fémek

μέταλλα

alkálifémek

αλκάλια

Félfémek

Μεταλλοειδή

II. főcsoport elemei (lúgos földfémek)

αλκαλικές γαίες

στοιχεία της ομάδας II

στοιχεία της ομάδας II (αλκαλικές γαίες)

lúgos földfémek

αλκαλικές γαίες

στοιχεία της ομάδας II

στοιχεία της ομάδας II (αλκαλικές γαίες)

Nemfémek

Αμέταλλα