Vänligen aktivera javascript för att använda ordbok! Hur aktiverar jag javascript?
κατάλυμα▼◼◼◼
παροχή καταλύματος/κατάλυμα/στέγαση/προσωρινή διαμονή▼
καταφύγιο έκτακτης ανάγκης▼
↑