Ungersk-Grekisk ordbok »

ellenőr betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
ellenőrzés

επιστασία

ellenőrző hatóság

ελεγκτική αρχή◼◼◼

ellenőrző mérés/intézkedés

μέτρο (μέτρηση) ελέγχου (συγκράτησης)

erózió ellenőrzése

προστασία από τη διάβρωση/έλεγχος της διάβρωσης

immisszió ellenőrzés

έλεγχος των οχλήσεων

immisszióellenőrzési törvény

νόμος (νομοθεσία) περί ελέγχου των οχλήσεων

integrált szennyezésellenőrzés

ενιαίος έλεγχος της ρύπανσης

jegy ellenőr

ελεγκτής εισητηρίου

jegyellenőr

επιθεωρητής

jegyzékellenőrzés

εξέταση (διερεύνηση) φακέλων (αρχείων)

környezeti ellenőrzés

περιβαλλοντικός έλεγχος

levegőminőség ellenőrzés

έλεγχος της ποιότητας του αέρα

megállítottak és ellenőrizték az irataimat

με σταμάτησαν και έκαναν έλεγχο στα χαρτιά μου

minőségellenőrzés

έλεγχος ποιότητας/ποιοτικός έλεγχος

parkolási ellenőr

τροχονόμος

szennyezésellenőrzési beruházás

επένδυση για τον έλεγχο της ρύπανσης

szennyezésellenőrzési intézkedés

μέτρο ελέγχου της ρύπανσης

szennyezésellenőrzési technológia

τεχνολογία ελέγχου της ρύπανσης

útlevélellenőrzés

έλεγχος διαβατηρίων

12