Ungersk-Grekisk ordbok »

ellát betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
ellát

επιτροπή◼◼◼

συμβούλιο◼◼◻

προμήθεια◼◻◻

πίνακας◼◻◻

προσφορά◼◻◻

εφοδιασμός◼◻◻

σίτιση◼◻◻

διατροφή◼◻◻

εφοδιάζω

παρέχω

προμηθεύω

φροντίζω

ellátmány

εφοδιασμός◼◼◼

παροχή◼◼◻

ellátottság

εφοδιασμός◼◼◼

προσφορά◼◼◼

προμήθεια◼◼◻

ellátás

παροχή◼◼◼

επιτροπή◼◼◼

προμήθεια◼◼◻

εφοδιασμός◼◼◻

συμβούλιο◼◼◻

τροφοδοσία◼◼◻

προσφορά◼◼◻

πρόβλεψη◼◻◻

διατροφή◼◻◻

εξοπλισμός◼◻◻

σίτιση◼◻◻

ρήτρα

(szállodában) η διατροφή

ellátó

προμηθευτής◼◼◼

egészségügyi ellátás

συγκρότημα με διαμερίσματα

elektromos energiaellátás

ηλεκτρική τροφοδοσία/παροχή ηλεκτρικής ισχύος

elektromos energiaellátó ipar

μονάδα ηλεκρτοπαραγωγής

elégséges élelmiszerellátás

επαρκής εφοδιασμός τροφίμων

energiaellátás

προμήθεια (παροχή) ενέργειας/τροφοδότηση με ενέργεια◼◼◼

gázellátás

παροχή αερίου◼◼◼

helyi hőellátás

τοπική παροχή θέρμανσης

ellátás

παροχή θερμότητας◼◼◼

ivóvízellátás

παροχή πόσιμου νερού/ύδρευση

12