Ungersk-Grekisk ordbok »

egyszer betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
egyszer

μια φορά◼◼◼

(egy alkalommal) μια φορά

άπαξ

μόλις

παλιά

egyszer csak

ξαφνικά

egyszer használatos

μιας χρήσης◼◼◼

egyszer mindent elmondok

κάποτε θα σου τα πω όλα, καμιά φορά

egyszer sem

ούτε/καμία φορά (valamikor) κάποτε

egyszer volt

μια φορά κι έναν καιρό

egyszer volt, hol nem volt

μια φορά κι έναν καιρό

egyszer volt, hol nem volt, hol volt, hol nem volt

μια φορά κι έναν καιρό

egyszerre

ταυτόχρονα◼◼◼

συγχρόνως◼◼◻

μαζί◼◻◻

αμέσως◼◻◻

(ugyanakkor) την ίδια ώρα/στιγμή

egyszerre eszembe jutott minden

ξαφνικά θυμήθηκα όλα

egyszerre érkeztünk

φτάσαμε την ίδια στιγμή (egyidejűleg) ταυτόχρονα

egyszerű

απλός◼◼◼

εύκολος◼◻◻

egyszerűen

απλά

απλός

egyszerűen (csak)

απλώς

egyszerűen idetaláltál?, egyszerűen idetaláltatok?

το βρήκες έυκολα /το βρήκατε εύκολα;

egyszerűség

απλότητα◼◼◼

egyszerűsít

διαγραφή◼◼◼

απλοποιώ

egyszerűsítés

απλούστευση◼◼◼

απλοποίηση◼◼◻

μείωση◼◼◻

(igekötőként) ξανα- újra(-), még egyszer, megint, legközelebb, máskor is

ξανά

háztartási vegyszer

χημική ουσία που χρησιμοποιείται στο σπίτι

leegyszerűsít

απλοποιώ

látogass meg minket egyszer!

έλα να μας δεις καμιά φορά!

most az egyszer

αυτή τη φορά

még egyszer

και άλλη μια φορά, ξανά-

ne mondd még egyszer!

μην το ξαναπείς!

nem tudok egyszerre két dolgot csinálni

δεν μπορώ να κάνω δύο πράγματα ταυτόχρονα (hirtelen) ξαφνικά

rá jellemző egyszerűséggel

με απλότητα που τον διακρίνει

12