Ungersk-Grekisk ordbok »

baj betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
baj

υποχρέωση◼◼◼

προβλήματα◼◼◻

πρόβλημα◼◼◻

ενόχληση

μπελάς

ταραχή

φασαρία

baja esik, (el)szenved, (betegséget) kap

παθαίνω (πάθω)

Bajkál

Βαϊκάλη

bajnok

πρωταθλητής◼◼◼

νικητής

ο πρωταθλητής (η πρωταθλήτρια)

bajnokság

πρωτάθλημα◼◼◼

το πρωτάθλημα◼◻◻

bajonett

ξιφολόγχη

bajor

βαυαρικός◼◼◼

bajtárs

συμπολεμιστής

σύντροφος

bajusz

μουστάκι (το)

το μουστάκι

Azerbajdzsán

Αζερμπαϊτζάν (Azerbaïtzán)◼◼◼

azerbajdzsán

αζερικά

αζερμπαϊτζανικά

azerbajdzsán, azeri, azerbajdzsáni

αζερικά

azerbajdzsáni

αζερικά

αζερμπαϊτζανικά

cukorbaj

διαβήτης

Dubaj

Ντουμπάι◼◼◼

elmebaj

παραφροσύνη (paraphrosýnē)

megigazítaná a bajuszomat, kérem?

θα μπορούσατε να περιποιηθέιτε το μουστάκι μου παρακαλώ; (ελάχιστο κόψιμο)

mi a baj?

ποιό είναι το πρόβλημα?

mi bajod?

τι έχεις

nem baj

δεν πειράζει

nem baj; nem számít

δεν έχει σημασία

párbaj

μονομαχία

párbajozik

μονομαχία

semmi baj

κανένα πρόβλημα

valami baj van a ...

υπάρχει κάποιο πρόβλημα με ...

valami baj van?

υπάρχει κάποιο πρόβλημα;

vérbaj

σύφιλη