Ungersk-Grekisk ordbok »

alakít betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
alakít

μορφή◼◼◼

εφαρμογή◼◼◼

διάταξη◼◼◼

προσαρμογή◼◼◻

σχήμα◼◼◻

αίτηση◼◼◻

κρίση◼◻◻

τύπος◼◻◻

καλούπι

υγιής

διαμορφώνω

σχηματίζω

φόρμα

alakítás

διαμόρφωση◼◼◼

διάταξη◼◻◻

εκπαίδευση◼◻◻

ερμηνεία◼◻◻

energiaátalakítás

ενεργειακή μετατροπή/μετατροπή της ενέργειας

kialakít

διάταξη◼◼◼

σχέδιο◼◼◼

σχεδίαση◼◻◻

φόρμα◼◻◻

kialakítás

σχέδιο◼◼◼

διάταξη◼◼◼

σχεδίαση◼◼◻

talajalakítás

διαμόρφωση (επιφανείας) γαιών

átalakítás

μετατροπή◼◼◼

átalakító

μετασχηματιστής◼◼◼