Ungersk-Grekisk ordbok »

öt betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
ötödik

πέμπτος◼◼◻

πέμπτος (pémptos)◼◼◻

πέμπτος / πέμπτη / πέμπτο

ötös

πέντε◼◼◼

ötös (pénz)

τάληρο (το)

(+ birtokos eset) között

μεταξύ

(kötőszó) hogy

πως

ότι

(kötőszó) mint

παρά

... belül honnan jöttél?

από που συγκεκριμένα ... είσαι;

1/5 ("egyötöd")

ένα πέμπτο

a két épület között

ανάμεσα στα δύο κτίρια / μεταξύ των δύο κτιρίων

a lakás az iroda fölött van

το διαμέρισμα είναι πάνω από το γραφείο

adóköteles

φορολογητέος◼◼◼

az adott körülmények között

στις δεδομένες συνθήκες

azért jöttem hogy elvigyem ...

ήρθα να πάρω ...

bejegyzési kötelezettség

υποχρέωση καταχώρησης

beköt

δένω (-σω), kössék be magukat! προσδεθείτε!

bekötő út

οδική πρόσβαση

bennszülött

αυτόχθων

γηγενής

ιθαγενής

beütöttem a lábamat

χτύπησα το πόδι μου / χτύπησα στο πόδι

Bulgárián át jöttünk

ήρθαμε μέσα από τη Βουλγαρία

címkézési kötelezettség

υποχρέωση επισήμανσης◼◼◼

dolgozni jöttem ide

ήρθα για να δουλέψω

egy kicsit kijöttem a gyakorlatból

έχω καιρό να τα εξασκήσω

elkötelezettség

δέσμευση◼◼◼

υποχρέωση◼◻◻

elköteleződés

δέσμευση◼◼◼

elsőszülött

πρωτότοκος

eltöltöttem két napot Párizsban

πέρασα δύο μέρες στο Παρίσι

felhúzókötél

μαστίγιο

fertőzött

μολυσμένο◼◼◼

földhöz kötött tevékenység

επίγεια δραστηριότητα

fölött

πάνω από◼◼◼

πάνω◼◼◼

άνω◼◼◻

υπεράνω◼◼◻

ανωτέρω◼◻◻

123