Ungersk-Grekisk ordbok »

élvez betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
élvez

απολαμβάνω

απολαύω

χαίρω

élvezed, ha ellentmondasz nekem?

ευχαριστιέσαι να διαφωνείς μαζί μου;

élvezet

απόλαυση◼◼◼

ευχαρίστηση

η απόλαυση, η ευχαρίστηση

ηδονή

κέφι

χαρά

élveztem

μου άρεσε

Félvezető

Ημιαγωγός◼◼◼

haszonélvezet

επικαρπία◼◼◼

mi nagyon élveztük az ittlétünket

ευχαριστηθήκαμε πολύ τη διαμονή μας

én nagyon élveztem az ittlétet

ευχαριστήθηκα πολύ τη διαμονή μου