Ungersk-Grekisk ordbok »

élelem betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
élelem

είδος διατροφής/τροφή/τρόφιμα

τροφή/τρόφιμα

φαγητό

élelemiszertárolás

αποθήκευση τροφίμων

félelem

φόβος (ο)◼◼◼

ανησυχία◼◼◻

δέος

τρόμος

φοβάμαι

vélelem

τεκμήριο◼◼◼

υπόνοια◼◻◻

Sökhistorik