Ungersk-Grekisk ordbok »

ár betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
akármikor

πάντα

όποτε

Albán Köztársaság

Δημοκρατία της Αλβανίας◼◼◼

alfa-sugárzás

ακτινοβολία άλφα

ακτινοβολία α

alig várom

ανυπομονώ

alig várom, hogy...

δε βλέπω τη στιγμή να

alig várom hogy újra lássalak.

ανυπομονώ να σε ξαναδώ

aluljáró

υπόγεια διάβαση◼◼◼

υπόγεια διάβαση πεζών◼◼◼

η υπόγεια διάβαση

μετρο

alvajáró

υπνοβάτης

alárendelt

δευτερεύων◼◼◼

εξαρτημένος◼◼◻

υποτελής◼◼◻

alárendeltség

υποταγή◼◼◼

alárendelés

εξάρτηση◼◼◼

Amerikai dollár

Δολάριο ΗΠΑ◼◼◼

Amerikai polgárháború

Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος

Antalya (város)

Αττάλεια◼◼◼

apácazárda

μονή

μοναστήρι

ausztrál dollár

αυστραλέζικο δολλάριο

autóbuszváróhely

υπόστεγο

avantgárd

εμπροσθοφυλακή

Avatár

Αβατάρ

az akkumulátorom már majdnem lemerült

θα πέσει η μπαταρία μου

az ár alku tárgyát képezi?

είναι η τιμή διαπραγματεύσιμη;

az ártatlanság vélelme

τεκμήριο αθωότητας◼◼◼

az út lezárva

παρεκτροπή

bajtárs

συμπολεμιστής

σύντροφος

Baleár-szigetek

Βαλεαρίδες Νήσοι

baleári vészmadár

μύχος των Βαλεαρίδων◼◼◼

Baltazár

Βαλτασαρ

bankkártya

πιστωτική κάρτα

bankár

τραπεζίτης

banánköztársaság

μπανανία

barbár

Βάρβαροι

6789