Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

sül bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
sül

ακανθόχοιρος◼◼◼

ψήνω

süllyedés

κατάρρευση/υποχώρηση/καταβύθιση/καθίζηση/πύκνωση

sül

πέρκα

sült

τηγανητός

sült csirke

ψητό κοτόπουλο στο φούρνο

sült krumpli

τηγανητές πατάτες◼◼◼

πατάτες τηγανιτές

τηγανιτές πατάτες

sültkrumpli

τηγανητές πατάτες

a sült

μπράντυ

alábecsül

υποεκτιμώ

υποτιμώ

Amerikai Egyesült Államok

Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής◼◼◼

United States◼◼◼

Η.Π.Α.

becsül

εκτίμηση◼◼◼

αξία◼◼◼

τιμή◼◼◻

υπολογισμός◼◼◻

εκτιμώ (-άω, -ήσω)

becsület

η τιμή◼◼◼

τιμή◼◼◼

τιμώ

becsületes

έντιμος

τίμιος

τίμιος (-α-ο)

becsületesség

εντιμότητα

τιμιότητα

becsületszó

λόγος της τιμής

becsülés

εκτίμηση◼◼◼

csülök

πόδι◼◼◼

egyesül

ενώνω

egyesület

ένωση◼◼◼

σύλλογος◼◼◻

οργανισμός◼◼◻

ο σύλλογος◼◼◻

οργάνωση◼◼◻

εταιρεία◼◼◻

σύνδεσμος◼◻◻

12