Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

olt bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
olt

σβήνω

oltalmaz

προστατεύω

προφυλάσσω

oltalom

προστασία◼◼◼

oltvány

μόσχευμα◼◼◼

εμβολιάζω

μπόλι

oltár

αγία τράπεζα

βωμός

Oltár

Βωμός

Oltár csillagkép

Βωμός (αστερισμός)

oltás

εμβολιασμός◼◼◼

εμβόλιο◼◻◻

oltóanyag

εμβόλιο◼◼◼

(bepakol) becsomagoltál már?

έφτιαξες πια τις βαλίτσες / τα πράματά σου;

a cselekmény elég összetett volt

η ιστορία ήταν περίπλοκη

a jegyek drágák voltak

τα εισητήρια ήταν ακριβά

a jegyek nagyon olcsók voltak

τα εισητήρια ήταν πολύ φτηνά

a játék ... volt

οι ερμηνείες ήταν ...

a kapitány bekapcsolta a biztonsági öveket bekapcsolni jelzést

ο καπετάνιος έχει ανάψει την ένδειξη ‘προσδεθείτε’

a kapitány kikapcsolta a biztonsági öveket bekapcsolni jelzést

ο καπετάνιος έχει σβήσει την ένδειξη ‘προσδεθείτε’

a közlekedés rémes volt ma

η κίνηση ήταν φρικτή σήμερα

ajándékbolt

κατάστημα

alkoholtilalom

απαγόρευση

annyian voltak!

είχε τόσο κόσμο!

az volt a feladatom, hogy...

η δουλειά μου ήταν να...

azután menjen tovább a tűzoltóságnál

προχώρα μετά το πυροσβεστικό σταθμό

balesetünk volt

είχαμε ένα ατύχημα

barkácsbolt

μαγαζί με εργαλεία

Bertolt Brecht

Μπέρτολτ Μπρεχτ

bolt

αψίδα

εμπορικό

θόλος

μαγαζί

boltos

καταστηματάρχης

cipőbolt

μαγαζί με παπούτσια

csapolt vagy üveges sört kér?

θα θέλατε από βαρελάκι ή συσκευασμένη;

egyszer volt

μια φορά κι έναν καιρό

egyszer volt, hol nem volt

μια φορά κι έναν καιρό

egyszer volt, hol nem volt, hol volt, hol nem volt

μια φορά κι έναν καιρό

12