Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

költ bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
költ

(pénzt) ξοδεύω (-ψω)

αναλώνω

költemény

ποίημα

ποίηση

költség

έξοδα◼◼◼

δαπάνη◼◼◻

κατηγορία◼◼◻

ευθύνη◼◼◻

έξοδο◼◻◻

χρέωση◼◻◻

καταγγελία◼◻◻

τίμημα◼◻◻

φορτίο◼◻◻

αντίτιμο◼◻◻

επιμέλεια◼◻◻

εκταμίευση

κάνω

κοστίζω

κόμιστρο

στοιχίζω

τα έξοδα, η δαπάνη

φόρτιση

költség-haszon

κόστος-ωφέλεια

költség-haszon elemzés

ανάλυση κόστους-οφέλους

költségcsökkentés

μείωση (του) κόστους◼◼◼

költséges

ακριβός◼◼◼

költségnövekedés

αύξηση (του) κόστους◼◼◼

költségvetési politika

δημοσιονομική πολιτική◼◼◼

költségén

δαπάνη◼◼◼

költészet

ποίημα

ποίηση

ποίηση (pí'isi)

Költészet

Ποίηση

költözik

μεταφορά◼◼◼

μετακόμιση◼◼◻

κινώ

μετακομίζομαι (-στώ)

μετακομίζω

συγκινώ

költözködik

κινώ

12