Ungarisch-Griechisch Wörterbuch »

jön bedeutet auf Griechisch

UngarischGriechisch
jön

έλα

έρχομαι (érchomai)

έρχομαι (έρθω, ήρθα)

jön már az ételünk?

το φαγητό μας έρχεται;

1.30-ra jön vissza

θα γυρίσει πίσω στη 1.30

becsomagolná, kérem, a vázát, nehogy eltörjön?

θα μου τυλίξετε, σας παρακαλώ, το βάζο για να μη σπάσει

bejön

εγγράφω

εισέρχομαι

μπαίνω

bemegy, bejön, beszáll

μπαίνω (μπω)

bemegy, belép, bejön

μπαίνω (béno)

eljön

έρχομαι (έρθω, ήρθα)

ez a festék sosem fog lejönni

αυτό το χρώμα δε θα βγει ποτέ

felmegy, feljön, felszáll

ανεβαίνω (ανέβω)

hazajön

γυρίζω (-σω) (στο σπίτι), έρχομαι (έρθω, ήρθα) (στο σπίτι)

hogy jöjjön az asztalhoz

πρακτορείο εισητηρίων

jöjjön be!

έλα μέσα!

kijön

βγαίνω (βγω, βγήκα)

kimegy, kijön, kiszáll

βγαίνω (βγω)

köhögjön, kérem

βήξτε παρακαλώ

könnyű kijönni vele

χαλαρός

lejön

κατεβαίνω (κατέβω, κατέβηκα)

lemegy, lejön, leszáll

κατεβαίνω (κατέβω)

létrejön

δημιουργείται (-ηθεί)◼◼◼

létrejön)

δημιουργούμαι

megfordít, megfordul, visszamegy, visszajön

γυρίζω

mikor jön vissza?

πότε σκοπεύετε να επιστρέψετε;

ne törődjön vele! nem számít!

δεν πειράζει!

nem tudom, hogy mikor jön

δεν ξέρω πότε θα έρθει, που

jön

αντιλαμβάνομαι

van kedved bejönni egy kávéra?

θέλεις να έρθεις μέσα για ένα καφέ;

van kedved eljönni hozzám?

θέλεις να πάμε πίσω στο σπίτι μου;

visszajön

γυρίζω

επιστρέφω

üljön le, kérem!

παρακαλώ κάτσε

őrjöngés

μανία

οργή

őrjön

μανιακός

μανιασμένος