Maďarčina-Gréčtina slovník »

vén znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
szemelvény

απόσπασμα

szerelvény

εξαρτήματα◼◼◼

σύνδεσμοι◼◼◻

συρμός◼◻◻

εξαρτήματα/σύνδεσμοι/επίπλωση (είδη, διαρρύθμιση)

επίπλωση

κουπί

szerelvény (gáz- vízcső)

εξαρτήματα◼◼◼

σύνδεσμοι◼◼◻

εξαρτήματα/σύνδεσμοι/επίπλωση (είδη, διαρρύθμιση)

επίπλωση

szlovén

Σλοβενικά◼◼◼

σλοβενικός◼◻◻

Σλοβένος◼◻◻

Σλοβένα

Szlovén Köztársaság

Δημοκρατία της Σλοβενίας◼◼◼

Szlovénia

Σλοβενία (Slovenía)◼◼◼

szobanövények

φυτά εσωτερικού χώρου◼◼◼

szögfüggvény

τριγωνομετρική συνάρτηση

szökevény

φυγάς

szövetségi törvény

ομοσπονδιακός(ή) νόμος (νομοθεσία) (Γερμανία)

ομοσπονδιακός(ή) νόμος (νομοθεσία) [Γερμανία]

vény

φράκτης (θάμνων)

φράκτης με θάμνους

φράχτης

takarmánynövény

καλλιέργεια χορτοδοτικών φυτών

χορτοδοτικό φυτό

takarmánytörvény

νόμος (νομοθεσία) περί ζωοτροφών

tanösvény

εκπαιδευτική κατεύθυνση

tengeri törvény

ναυτικό δίκαιο

textilnövény

κλωστικό φυτό

trigonometrikus függvények

Τριγωνομετρική συνάρτηση

trópusi növény

τροπικό φυτό

térségi törvény

νομοθεσία σε επίπεδο περιφέρειας

törvény

νόμος (ο)◼◼◼

δίκαιο◼◼◻

νομική◼◼◻

αποφάσεις◼◼◻

πράξεις◼◼◻

διανομή◼◻◻

4567