Maďarčina-Gréčtina slovník »

vén znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
vényzet helyreállítása

αποκατάσταση της χλωρίδας

vényökológia

οικολογία των φυτών

vényörökség

φυτική κληρονομιά

Ohm-törvény

Νόμος του Ωμ

országos törvényhozás

εθνική νομοθεσία

Paradicsom (növény)

Τομάτα◼◼◼

pénzügyi törvény

δημοσιονομικό δίκαιο

rejtvény

αίνιγμα◼◼◼

γρίφος

rendezvény

εκδήλωση◼◼◼

εκδήλωση (η, tsz. -εις)◼◼◼

γεγονός◼◻◻

διαδικασία◼◻◻

αποστολή◼◻◻

λειτουργία◼◻◻

συμβάν◼◻◻

τελετή◼◻◻

rendőrségi törvény

αστυνομικό δίκαιο

repce (növény)

ελαιοκράμβη◼◼◼

részvény

μερίδιο◼◼◼

πράξη◼◼◻

υπόθεση◼◼◻

εμπόρευμα◼◻◻

ενέργεια◼◻◻

απόθεμα◼◻◻

διαθέσιμος◼◻◻

δράση

részvényes

μέτοχος◼◼◼

részvénypiac

χρηματιστήριο◼◼◼

részvénytulajdonos

μέτοχος◼◼◼

részvénytársaság

ανώνυμη εταιρεία◼◼◼

ανώνυμη εταιρία◼◻◻

részvénytőke

μετοχή◼◼◼

vén

από◼◼◼

διά◼◼◻

μα

spórás/virágtalan növény

κρυπτόγαμα

sugárvédelmi törvény

νομοθεσία (νόμοι) περί προστασίας από την ακτινοβολία

szelvény

προφίλ◼◼◼

διάταξη◼◻◻

3456