Maďarčina-Gréčtina slovník »

idő znamená v Gréčtina

MaďarčinaGréčtina
idős korban

σε μεγάλη ηλικία

idős személy

άτομο τρίτης ηλικίας/ηλικιωμένος

Idősebb Plinius

Πλίνιος ο Πρεσβύτερος

Idősebb Szent Jakab

Απόστολος Ιάκωβος

időszak

περίοδος◼◼◼

όρος◼◼◻

φάση◼◼◻

θητεία◼◼◻

εποχή◼◼◻

τρίμηνο◼◼◻

εξάμηνο◼◼◻

χρόνος◼◼◻

κύκλος◼◻◻

εγκαίρως◼◻◻

κενό◼◻◻

αέρας

σεζόν

τελεία

χάσμα

időszerű

έγκαιρος◼◼◼

időtartam

διάρκεια◼◼◼

(idő)tartam

διάρκεια (η)◼◼◼

Időtartományok

Χρονολόγηση

időtöltés

χόμπι◼◼◼

idővel

εγκαίρως◼◼◼

με τον καιρό◼◼◻

idővonal

χρονοδιάγραμμα◼◼◼

Időzóna

Ζώνη ώρας◼◼◼

(a jövő idő és a feltételes mód segédszava)

θα

a helyi idő ...

η τοπική ώρα είναι ...

akár csak egy rövid időre is

έστω και για λίγο, ίδιος (-α-ο)

alkalmazkodási időszak

περίοδος προσαρμογής◼◼◼

πρακτική άσκηση προσαρμογής◼◻◻

az idő pénz

ο χρόνος είναι χρήμα

az utóbbi időben

πρόσφατα

csúcsidő

οι ώρες αιχμής◼◼◼

elbocsátási időtartam

προθεσμία

elér, (időben) sikerül

προλαβαίνω (προλάβω)

felezési idő

χρόνος υποδιπλασιασμού/ημιζωή/ημίσεια ζωή

Greenwichi középidő

Μέση Ώρα Γκρίνουιτς

1234