Grekiska | Ungerska |
---|---|
Τιμή | |
τιμή (η) | |
τιμή AOX | |
τιμή αλήθειας | |
τιμή εισητηρίου | |
τιμή ευκαιρίας | |
τιμή πάνω στην αίτηση (σύντμηση) | |
τιμή στο αγρόκτημα/τιμή παραγωγού | |
έπεσε η τιμή του δολαρίου | |
έχουμε τις ίδιες προτιμήσεις | |
αγοράστε ένα, πάρτε το δεύτερο στη μισή τιμή | 1-et fizet, a másikat féláron kapja (egyet vesz, a másikat féláron kapja) |
αγοραία τιμή | piaci ár◼◼◼ |
αληθοτιμή | |
απόλυτη τιμή | |
είναι η τιμή διαπραγματεύσιμη; | |
εκτίναξη της τιμής του πετρελαίου | |
η τιμή | ár (árué)◼◼◼ árfolyam◼◼◻ |
ιδιοτιμή | sajátérték◼◼◼ |
καινούργια τιμή | |
λόγος της τιμής | |
Μέση τιμή | |
μειωμένη τιμή | |
μισή τιμή | |
οι ανατιμήσεις, οι αυξήσεις | |
οριακή τιμή | határérték◼◼◼ |
ποιά είναι η αρχική τιμή; | |
πόσο είναι η τιμή για τη βραδιά; | |
υπάρχει μείωση τιμής για τις ώρες εκτός αιχμής; | |
φόρος τιμής |