Grekiska | Ungerska |
---|---|
ΜΜΕ | média◼◼◼ |
(vmre) δηλώνω (-σω) συμμετοχή (+ για/σε) | |
έμμεσα | közvetve◼◼◼ közvetett◼◼◼ |
έμμεση πηγή εκπομπών | |
έμμεσος | közvetett◼◼◼ indirekt◼◻◻ |
έμμεσος (-η-ο) | közvetett◼◼◼ |
ασυμμετρία | aszimmetria◼◼◼ eltérés◼◻◻ |
ασύμμετρη ψηφιακή συνδρομητική γραμμή | |
ασύμμετρο | |
ασύμμετρος | |
δηλώνω (-σω) συμμετοχή | |
ενεργός συμμετοχή | |
μέσα μαζικής επικοινωνίας/ΜΜΕ | |
πλημμελής | folyamatos◼◼◼ |
συμμετέχω | |
συμμετέχων | résztvevő◼◼◼ részvevő◼◻◻ |
συμμετοχή | érintettség◼◼◼ |
συμμετοχή (η) | részvétel◼◼◼ |
συμμετοχή του δημοσίου | |
συμμετρία | szimmetria◼◼◼ |
συμμετρικός | szimmetrikus◼◼◼ |
συμμετρικός κήπος γαλλικού τύπου | |
φωτογραμμετρία | |
χρηματική συνεισφορά/χρηματοδοτική συμμετοχή |