Grekiska | Ungerska |
---|---|
γραμμή | sor◼◼◼ irány◼◼◻ egyenes◼◼◻ szakasz◼◼◻ járat◼◼◻ csík◼◻◻ sorozat◼◻◻ |
γραμμή (η) | vonal◼◼◼ |
γραμμή επέκτασης | |
γραμμή προόδου | |
γραμμή του τραίνου | |
γραμμή υψηλής τάσης | |
έπεσε η γραμμή | |
ίσαλος γραμμή | vízvonal◼◼◼ |
ακτογραμμή | partvonal◼◼◼ |
ασύμμετρη ψηφιακή συνδρομητική γραμμή | |
δεν βγάζει γραμμή | |
εναέρια γραμμή (μεταφοράς ενέργειας) | |
εξωτερική γραμμή | |
ευθεία γραμμή | |
η γραμμή είναι κατειλλημένη | |
ηλεκτρική γραμμή (μεταφοράς ισχύος) | |
κατευθυντήρια γραμμή πολιτικής/πολιτική κατεύθυνση | |
κόπηκε η γραμμή | |
ξέρετε την γραμμή για ...; | |
περιμένετε πίσω από την κίτρινη γραμμή | |
περιμένετε στη γραμμή παρακαλώ | |
ποια γραμμή πρέπει να πάρω για το κάμντεν τάουν; | |
πως παίρνω εξωτερική γραμμή; | |
σε ποιά γραμμή θα τον βρώ; | |
υπηρεσία επί γραμμής |