Grekiska | Ungerska |
---|---|
ακτινοβολία | fény◼◼◼ |
ακτινοβολία άλφα | |
ακτινοβολία α | |
ακτινοβολία β | |
ακτινοβολία βήτα | |
ακτινοβολία γ | |
ακτινοβολία γάμμα | |
ακτινοβολία γάμμα/ακτινοβολία γ | |
ακτινοβολία περιβάλλοντος | |
ακτινοβολία περιβάλλοντος/ακτινοβολία υποστρώματος | |
ακτινοβολία υποστρώματος | |
ακτινοβολία/ακτινοβόληση | |
έκθεση σε ακτινοβολία | |
ακτινοπροστασία/προστασία από την (έκθεση σε) ακτινοβολία | |
βλάβη από ακτινοβολία | |
δόση ακτινοβολίας | sugárdózis◼◼◼ |
επιπτώσεις της ακτινοβολίας | |
ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία | |
Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία | |
ηλιακή ακτινοβολία | napsugárzás◼◼◼ |
ιον(τ)ίζουσα ακτινοβολία | |
κοσμική ακτινοβολία | |
μη ιον(τ)ίζουσα ακτινοβολία | |
νομοθεσία (νόμοι) περί προστασίας από την ακτινοβολία | |
υπέρυθρη ακτινοβολία | |
υπεριώδης ακτινοβολία |