dicţionar Maghiar-Greac »

vállal înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
vállal

τιμή◼◼◼

προσφορά◼◼◻

vállalat

εταιρεία◼◼◼

επιχειρήσεις◼◼◼

επιχείρηση◼◼◼

δραστηριότητα◼◼◻

λειτουργία◼◼◻

πράξη◼◼◻

εταιρία◼◼◻

ομάδα◼◻◻

κατοικία◼◻◻

ανώνυμη εταιρεία◼◻◻

κοινωνία◼◻◻

σταθερός◼◻◻

οίκος

επέμβαση

κομπανία

λόχος

παρέα

συντροφιά

συντροφικότητα

φιλία

vállalat/cég

επιχειρήσεις

vállalatgazdaságtan

οικονομική των επιχειρήσεων

vállalati környezetvédelem

ενδοεπιχειρησιακή προστασία του περιβάλλοντος

vállalati politika

πολιτική της εταιρείας/ασφαλιστήριο

vállalati szerkezet

εταιρική δομή/δομή της εταιρείας

vállalkozás

επιχείρηση◼◼◼

εταιρεία◼◼◻

θέση◼◼◻

δήλωση◼◼◻

πρόταση◼◻◻

κατοικία◼◻◻

εγχείρημα◼◻◻

αναδοχή◼◻◻

επιχειρησιακός◼◻◻

vállalkozások osztályozása

ταξινόμηση των επιχειρήσεων (οικονομικών δραστηριοτήτων )

vállalkozó

επιχειρηματίας (ο/η)◼◼◼

εργολάβος◼◼◼

alvállalkozó

υπεργολάβος◼◼◼

12