dicţionar Maghiar-Greac »

telep înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
lakótelep

ο συνοικισμός

letelepedés

η εγκατάσταση◼◼◼

növényfajok betelepítése

εισαγωγή φυτικού είδους

növényfajok újbóli betelepítése

επανεισαγωγή φυτικών ειδών

sótalanító telep

μονάδα αφαλάτωσης

szennyvíztisztító telep

απορροφητικός αγρός/χώρος μετατροπής ακαθαρσιών

újbóli betelepítés

επανεισαγωγή

12