dicţionar Maghiar-Greac »

szög înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
Szög

Γωνία◼◼◼

szög

καρφί◼◼◼

καρφί (karfí)◼◼◼

νύχι

szögek

γωνία◼◼◼

καρφιά

szögesdrót

αγκαθωτό σύρμα◼◼◼

συρματόπλεγμα◼◼◻

szögfüggvény

τριγωνομετρική συνάρτηση

szöglet

γωνία

szögletes zárójel

αγκύλη

szögletrúgás

κόρνερ

szögmérő

γωνιόμετρο◼◼◼

μοιρογνωμόνιο◼◼◻

Szögmérő

Γνώμων

Szögmérő csillagkép

Γνώμων (αστερισμός)

derékszögű

ορθογώνιος

Déli Háromszög

Τρίγωνον Νότιον

Déli Háromszög csillagkép

Τρίγωνον Νότιον

hegyesszög

οξεία γωνία◼◼◼

Háromszög

Τρίγωνο◼◼◼

Háromszög csillagkép

Τρίγωνον

háromszögelés

τριγωνισμός

kilencszög

εννεάγωνο

nyolcszög

οκτάγωνο◼◼◼

οχτάγωνο

négyszög

τετράγωνο◼◼◼

τετράπλευρος

Négyszög

Τετράπλευρο

négyszögletes

τετράγωνο◼◼◼

ορθογώνιος◼◼◻

τετράγωνος

τετραγωνικός

sokszög

πολύγωνο (polýgono)◼◼◼

Sokszög

Πολύγωνο◼◼◼

térszög

στερεά γωνία◼◼◼

Északi Háromszög

Τρίγωνον

Ötszög

Κανονικό πεντάγωνο