dicţionar Maghiar-Greac »

sugárzás înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
sugárzás

ακτινοβολίες◼◼◼

εκπομπή◼◼◻

sugárzás okozta kár

βλάβη από ακτινοβολία

sugárzásdózis

δόση ακτινοβολίας

sugárzásexpozíció

έκθεση σε ακτινοβολία

sugárzáshatás

επιπτώσεις της ακτινοβολίας

sugárzások

ακτινοβολία

ακτινοβολίες

alfa-sugárzás

ακτινοβολία άλφα

ακτινοβολία α

besugárzás

ακτινοβόληση◼◼◼

ακτινοβολία/ακτινοβόληση

béta-sugárzás

ακτινοβολία β

ακτινοβολία βήτα

elektromágneses sugárzás

ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία◼◼◼

Feketetest-sugárzás

Μέλαν σώμα

gamma-sugárzás

ακτινοβολία γ

ακτινοβολία γάμμα

ακτινοβολία γάμμα/ακτινοβολία γ

háttérsugárzás

ακτινοβολία περιβάλλοντος

ακτινοβολία περιβάλλοντος/ακτινοβολία υποστρώματος

ακτινοβολία υποστρώματος

infravörös sugárzás

υπέρυθρη ακτινοβολία◼◼◼

ionizáló sugárzás

ιον(τ)ίζουσα ακτινοβολία◼◼◼

kisugárzás

εκπομπή◼◼◼

kozmikus sugárzás

κοσμική ακτινοβολία◼◼◼

Kozmikus sugárzás

Κοσμικές ακτίνες

napsugárzás

ηλιακή ακτινοβολία◼◼◼

nem-ionizáló sugárzás

μη ιον(τ)ίζουσα ακτινοβολία

Röntgensugárzás

Ακτίνες Χ◼◼◼

ultraibolya sugárzás

υπεριώδης ακτινοβολία◼◼◼

élelmiszer besugárzás

ακτινοβόληση τροφίμων