dicţionar Maghiar-Greac »

potenciál înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
potenciál

δυναμικό◼◼◼

potenciális

δυνητικός◼◼◼

δυναμικό◼◼◻

ózonréteg elvékonyodási potenciál

δυναμικό καταστροφής (εξασθένησης) του όζοντος

újrahasznosítási potenciál

δυναμικό (ικανότητα) ανακύκλησης