dicţionar Maghiar-Greac »

maga înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
maga

ως◼◼◼

ακόμη και◼◼◻

αντικείμενο◼◼◻

ουσία◼◼◻

ίδιος◼◻◻

μάλιστα◼◻◻

εσείς

εαυτός

magabiztos

με αυτοπεποίθηση◼◼◼

magabiztosság

εμπιστοσύνη◼◼◼

αυτοπεποίθηση◼◼◻

βεβαιότητα◼◼◻

magam

μου◼◼◼

με◼◻◻

magam/magad/...

ο εαυτός μου/σου/...

magamnak dolgozom

δουλεύω για τον εαυτό μου

magamtól tanultam meg

μόνος μου έμαθα

magas

υψηλός◼◼◼

μεγάλος◼◼◻

ψηλά◼◻◻

υψίσυχνος◼◻◻

ύπατος

αψηλός

ψηλός (-ή-ό)

ψηλός / ψηλή / ψηλό

magas hegy

υψηλό όρος

υψηλό όρος/όρος μεγάλου ύψους

όρος μεγάλου ύψους

magas sarkú cipő

ψηλά τακούνια

magas vérnyomás

υψηλή πίεση αίματος

magasfeszültségű vezeték

γραμμή υψηλής τάσης

magaslat

υψόμετρο◼◼◼

ύψος◼◼◻

magasrangú

υψηλόβαθμος

magasság

ύψος◼◼◼

κορυφή◼◻◻

υψόμετρο/ύψος

magasugrás

Άλμα εις ύψος

magasépület

ουρανοξύστης

magatartás

στάση◼◼◼

12