Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
μεταφορά▼◼◼◼
άνωση▼
αναβατόριο▼
ανυψωτήρας▼
ανυψώνω▼
ασανσέρ▼
ασανσέρ (το)▼
ασενσέρ▼
σηκώνω▼
το ασανσέρ▼
φρέαρ▼◼◼◼
φρεάτιο▼
ανελκυστήρες▼
εκτός λειτουργείας▼
που είναι τα ασανσέρ;▼
↑