dicţionar Maghiar-Greac »

levelez înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
levelez

αλληλογραφώ

αλληλογραφώ (-ήσω)

levelezés

αλληλογραφία◼◼◼

αντιστοιχία

levelező oktatás

σπουδές μερικής απασχόλησης

levelezőcsoport

θεματική ομάδα

θεματική ομάδα (φόρουμ) συζήτησης [στο Διαδίκτυο]

levelezőlap

καρτ ποστάλ◼◼◼

κάρτα

elektronikus levelezés

ηλεκτρονικό ταχυδρομείο◼◼◼

szeretné ha feltennénk önt a levelezési listánkra?

θέλετε να βάλουμε το όνομα σας στην λίστα μας;