dicţionar Maghiar-Greac »

léghólyag înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
léghólyag

(οδοντικό) φατνίο/(πνευμονική) κυψελίδα

κυψελίδα

οδοντικό φατνίο

πνευμονική

πνευμονική κυψελίδα

φατνίο