dicţionar Maghiar-Greac »

kapcsol înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
kapcsol

ανοίγω

συνδέω

kapcsolat

σχέση◼◼◼

ένωση◼◼◻

σύνδεση◼◼◻

επαφή◼◼◻

επαφή (η)◼◼◻

συνεργασία◼◼◻

θέμα◼◼◻

επικοινωνία◼◼◻

υπόθεση◼◼◻

δεσμός◼◼◻

διασύνδεση◼◼◻

ζήτημα◼◼◻

αναλογία◼◻◻

ζεύξη◼◻◻

συσχέτιση◼◻◻

ανταπόκριση◼◻◻

σύλλογος◼◻◻

συγγένεια

συνεταιρισμός

σύζευξη

άρμοση

η σχέση, η επαφή

kapcsolattartó

επικοινωνία◼◼◼

σύνδεσμος◼◼◼

επαφή◼◼◻

kapcsold fel a villanyt, légy szíves!

άναψε το φως, σε παρακαλώ!

kapcsold le a lámpát!

σβήσε το φως!

kapcsolt ciklusú erőmű

σταθμός συνδυασμένης παραγωγής ενέργειας

kapcsolt energiatermelés

συμπαραγωγή/μικτή παραγωγή

kapcsolt égetés

μικτή αποτέφρωση

kapcsolás

σύνδεση◼◼◼

kapcsoló

διακόπτης◼◼◼

ο διακόπτης◼◼◼

μεταγωγέας◼◻◻

kapcsolódás

διασύνδεση◼◼◼

ζεύξη◼◼◻

σύνδεσμος◼◻◻

kapcsolódó

συναφής◼◼◼

12